Μετά από ένα σημείο όλα τα reviews είναι ίδια: εργονομία, design, επιδόσεις, value for money, συμπέρασμα, υπέρ/κατά, βαθμολογία… και είναι ίδια για τον φυσιολογικό λόγο ότι γίνεται μια προσπάθεια να υπάρχει τρόπος σύγκρισης μεταξύ διαφορετικών μηχανών. Στις φωτογραφικές μηχανές όμως (όπως σε κάθε εργαλείο) υπάρχει ακόμα μια πλευρά, που δε μπορεί εύκολα να μπει σε συγκριτικό: η πραγματική χρήση, η αίσθηση που μένει στον φωτογράφο.
Το κείμενο αυτό είναι μια ανασκόπηση της αίσθησης που άφησε η Fujifilm X100T, ένα σχόλιο «πραγματικής χρήσης». Δεν είναι γραμμένο σε «επίσημο τόνο». Δεν ασχολείται εκτενώς με τα τεχνικά, ούτε συγκρίνει με τον ανταγωνισμό. Οι Αμερικάνοι το ονομάζουν «real world test». Εγώ θα το ονομάσω «μερικές ημέρες με τη X100T». Μερικές εικόνες με την X100T, από αυτές που θα έβγαζα ούτως ή άλλως με οποιαδήποτε άλλη κάμερα. Μερικά πράγματα που είδα και μου προξένησαν το ενδιαφέρον.
Το μαγικό της Χ100Τ είναι ότι καταφέρνει να βάλει σε ένα σώμα «τσέπης» αυτό τον ξεχωριστό 35mm φακό (αναφέρομαι σε γωνία θέασης, στην πραγματικότητα ο φακός είναι 23mm), και μαζί να χωρέσει πάρα πολλά καλούδια όπως X-Trans αισθητήρα, οπτικό/ηλεκτρονικό σκόπευτρο και αθόρυβο κλείστρο. Οι σύγχρονες φωτογραφικές τάσεις ζητάνε ακόμα πιο ευρυγώνια πλάνα, και το 35μμ ως εστιακό μήκος είναι «ευρυγώνια κανονικό»: με μερικά βήματα πιο πίσω μπορεί να τραβήξει τοπίο, με μερικά βήματα πιο μπροστά μπορεί να τραβήξει πορτραίτο. Τι πιο ωραίο, λοιπόν, από το να κουβαλάς αυτό το εστιακό μήκος μέσα στην τσέπη του μπουφάν, και να ξέρεις ότι η μηχανή μπορεί να ανταποκριθεί σε όλες τις πιθανές συνθήκες.
Βγήκα για μια βόλτα στα Μεσόγεια, τα οποία είναι αρκετά παρεξηγημένα ως φωτογραφικό μέρος. Στα Μεσόγεια υπάρχουν αρκετές ανοιχτές εκτάσεις, ενδιαφέροντα σημεία και κτήρια σε διάφορες τοποθεσίες. Τι άλλο να ζητήσει κανείς; Ένα ωραίο απόγευμα κατευθύνθηκα προς εκεί. Η Fujifilm X100T ήταν στην τσέπη μου, και βγήκε αρκετές φορές για να καλύψει τις εικόνες που έδινε το γλυκό απογευματινό φως, παρέα με τα σύννεφα στο βάθος.
Μεταξύ του ηλεκτρονικού και του οπτικού σκόπευτρου, εγώ συνεχίζω να επιλέγω το ηλεκτρονικό. Σε σκηνές όπου η σωστή έκθεση είναι πιο σημαντική από, πχ, την αποτύπωση κίνησης ή την «αποφασιστική στιγμή», δε βλέπω κανένα λόγο να χρησιμοποιώ το οπτικό σκόπευτρο. Ούτως ή άλλως, η απόκριση του ηλεκτρονικού είναι τόσο γρήγορη που μετά από λίγο ξεχνάς ότι ουσιαστικά βλέπεις μέσα από μια μικρή οθόνη. Απ’την άλλη, σε σκοτεινές περιπτώσεις το οπτικό σκόπευτρο ίσως είναι λίγο πιο άνετο από το ηλεκτρονικό (που μπορεί να δείχνει «ζωντανά» την έκθεση αλλά έχει μπόλικο ψηφιακό θόρυβο όταν συναντάει σκοτάδια). Δεν βρήκα ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο μίνι ηλεκτρονικό σκόπευτρο που η Fujifilm έχει προσθέσει μέσα στο οπτικό. Η πιο πρακτική χρήση του είναι για το digital split image rangefinder, σε περίπτωση που κάποιος θέλει να κάνει χειροκίνητη εστίαση. Επίσης, η ένδειξη βάθους πεδίου στη χειροκίνητη εστίαση είναι ένα τόσο ωραίο feature, που απορώ γιατί δεν το έχουν όλες οι μηχανές.
Αλλά ποιός να θέλει να κάνει χειροκίνητη εστίαση, όταν η αυτόματη εστίαση απλά… δουλεύει; Το σύστημα αυτόματης εστίασης της X100T είναι τόσο καλό που περνάει απαρατήρητο. Δεν είναι το κορυφαίο της mirrorless κατηγορίας, αλλά σίγουρα δεν βάζει εμπόδια στον φωτογράφο, αφού εστιάζει πολύ άνετα και πολύ γρήγορα, ακόμα και τη νύχτα (όπου, ναι, μερικές φορές εμφανίζονται μικρο-καθυστερήσεις).
Επιστροφή στο ζουμί της υπόθεσης. Έμεινα ενθουσιασμένος από την ωραία αίσθηση χρώματος που δίνει το Classic Chrome, και αποφάσισα να ρίξω ακόμα πιο χαμηλά την αντιστάθμιση έκθεσης. Είναι κοινό μυστικό εξάλλου, ότι πολλοί διάσημοι χρήστες του Kodachrome είχανε τη μηχανή μόνιμα ρυθμισμένη στην υπο-έκθεση, για να πετύχουν αυτό το συνδυασμό ζωντανού χρώματος και μουντάδας. Στην προκειμένη περίπτωση, μάλλον το παράκανα. Η υπερβολική υπο-έκθεση λειτουργεί καλύτερα όταν υπάρχει ξεκάθαρος λευκός όγκος στην εικόνα.
Στα πορτραίτα τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Το εστιακό μήκος μπορεί μεν να λειτουργήσει σε πορτραίτο, αλλά σίγουρα δεν αποφεύγει τις παραμορφώσεις σε κοντινή απόσταση. Τα καλύτερα αποτελέσματα έρχονται όταν η μηχανή μένει σε κάποια απόσταση από το μοντέλο, κοινώς σε ολόσωμη λήψη. Η δεσποινίς Alley πάντως εντυπωσιάστηκε από τη Fujifilm, της φάνηκε πολύ όμορφη και γοητευτική.
Σε εξωτερικούς χώρους με άπλετο φως, το ηλεκτρονικό κλείστρο (με ανώτατη ταχύτητα 1/32000sec παρακαλώ) σώζει την κατάσταση, αφού δεν υπάρχει άλλος τρόπος να χρησιμοποιηθούν πολύ ανοιχτά διαφράγματα. Ή μάλλον λάθος – υπάρχει το ενσωματωμένο Neutral Density φίλτρο, που όμως δεν βολεύει ιδιαίτερα, δεδομένου ότι πρέπει να το ενεργοποιήσεις χειροκίνητα… και αντίστοιχα χειροκίνητα να το απενεργοποιήσεις. Η Fujifilm έπρεπε να έχει μεριμνήσει για μια αυτόματη ενεργοποίηση, έτσι ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα πολύ ανοιχτά διαφράγματα με το μηχανικό κλείστρο.
Η παραμετροποίηση της X100T είναι εξαιρετική: τα περισσότερα πλήκτρα μπορούν να παραμετροποιηθούν, και αρκεί ένα «μακρύ πάτημα» ώστε να εμφανιστεί το ανάλογο μενού. Το Q-menu έχει επτά (!) διαφορετικά custom profiles έτσι ώστε να αλλάζεις εύκολα και γρήγορα όλες τις ρυθμίσεις. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να δοθεί και στο σύστημα αυτόματου ISO, το οποίο μπορείς να ρυθμίσεις σύμφωνα με τα γούστα σου (ελάχιστη ταχύτητα κλείστρου, ελάχιστο και μέγιστο ISO), και το οποίο σου δίνει τρία προφίλ.
Μερικές ημέρες αργότερα η Ελλάδα βρέθηκε αντιμέτωπη με την επέλαση του χιονιά (έτσι για να μιλήσω και εγώ λίγο ως τηλεπαρουσιαστής ειδήσεων), και εγώ άδραξα την ευκαιρία να κάνω μερικές εικόνες. Η βασική μου μηχανή ήταν η Full-Frame που θα χρησιμοποιούσα για πολύ συγκεκριμένες «επαγγελματικές» λήψεις, ενώ είχα μαζί και μια Polaroid, γιατί πάντα αξίζει να τραβας Polaroid. Βγαίνοντας από το σπίτι είπα, γιατί να μη βάλω και τη Fujifilm στην τσέπη;
Κατέληξα να τραβάω περισσότερο με τη Fujifilm. Η ευκολία του να έχεις την μηχανή στην τσέπη, να τη βγάζεις για δυο λήψεις και μετά να την ξαναβάζεις στην τσέπη, δε συγκρίνεται με τίποτα. Το πιο περίεργο καρέ ήρθε όταν η μηχανή πρόλαβε να εστιάσει στις νιφάδες του χιονιού που έπεφταν, αντί να εστιάσει στο δέντρο από πίσω, και έτσι βγήκε η παρακάτω φωτογραφία.
Η ακριβώς επόμενη λήψη (από συνήθεια έχω τη μηχανή σε μεσαία ριπή) εστίασε κανονικά στο δέντρο.
Και τη νύχτα όμως, η Χ100Τ δεν χάνει το ρυθμό της. Μπορεί να λείπει ένα σύστημα σταθεροποίησης εικόνας, αλλά ο αισθητήρας διαχειρίζεται πολύ καλά τον ψηφιακό θόρυβο, και με λίγη προσοχή (και υψηλό fps) μπορούν να βγουν ακούνητες φωτογραφίες ακόμα και σε αρκετά χαμηλές ταχύτητες.
Εν κατακλείδι, πέρασα όμορφα με την Fujifilm X100T. Είναι μια πολύ βολική μηχανή, όμορφη, γρήγορη, εργονομική και με εξαιρετικές επιδόσεις όσον αφορά την ποιότητα εικόνας. Η απόδοσή της σε χρώμα αλλά και σε υψηλά ISO είναι, κατά τη γνώμη μου, λίγο παραπάνω από τις υπόλοιπες APS-C μηχανές της κατηγορίας, αλλά αντίστοιχα μεγαλύτερη είναι και η τιμή της X100T. Το μόνο πραγματικά που μου έλειψε ήταν το σύστημα σταθεροποίησης – στις αργές ταχύτητες η έλλειψή του είναι εμφανής. Παρ’όλα αυτά, το μικρό μέγεθος, η πλήρως αθόρυβη λειτουργία και ο εξαιρετικός και φωτεινός φακός είναι πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα για ένα φωτογράφο που ξέρει τι ζητάει από μία μηχανή. Η Fujifilm X100T μπορεί να είναι η μηχανή που θα έχεις παντού και πάντα μαζί σου, και που θα αντιμετωπίσει επιτυχώς κάθε φωτογραφική σπαζοκεφαλιά. Περιμένω με ενδιαφέρον να δω αν η Fujifilm αποφασίσει κάποια στιγμή να βάλει Full Frame αισθητήρα στις μηχανές της, και πως θα είναι μια τέτοια «compact» με αντίστοιχα χαρακτηριστικά.