“Δεν έχω παροπλιστεί”
Ο φωτογράφος εκείνης της μοιραίας νύχτας στο Πολυτεχνείο, ήξερε ότι έπρεπε να ακούει πάντα το εσωτερικό “καμπανάκι” του κινδύνου, εκεί που δεν πρέπει να ξεπερνάς τα όρια στο φωτορεπορτάζ. Σήμερα ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας “ξεσκονίζει τη μηχανή του” για να αποτυπώσει τα απλά -φαινομενικά κοινά, αλλά ίσως τα πιο ουσιαστικά εντέλει- πράγματα, όπως τα ηλιοβασιλέματα “κάτω στην παραλία της Γλυφάδας, ή το εκκλησάκι του προφήτη Ηλία πάνω στον Υμηττό”. Όμως είτε φωτογραφίζει τη δύση του ηλίου, είτε μεγάλα πολιτικά και ιστορικά γεγονότα, μία ήταν και παραμένει πάντα η βασική του κινητήρια δύναμη: H αγάπη για ό,τι κάνει και αυτό είναι ένα σπουδαίο μάθημα ζωής.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΙΩΑΝΝΑ ΒΑΣΔΕΚΗ
Φωτογραφία ανοίγματος: Οι Beatles στην Αράχωβα,1967. Το παράξενο της φωτογραφίας είναι ότι η κιθάρα έχει απάνω της τρία χέρια
Έχεις φωτογραφήσει την εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο εκείνο το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου, έχεις φωτογραφήσει παιδί στα συντρίμμια που μόλις έχασε την οικογένειά του μετά από έναν μεγάλο σεισμό στη Μεγαλόπολη και η εικόνα σου στάθηκε αφορμή να βρει τελικά θετούς γονείς στην Αμερική. Έχεις σταθεί με τον φακό σου δίπλα σε όλους τους μεγάλους πολιτικούς της ελληνικής ιστορίας των τελευταίων πενήντα ετών και τώρα φυτεύεις τα ζαρζαβατικά στον κήπο σου και κατεβαίνεις στην παραλία της Γλυφάδας να αποτυπώσεις τα υπέροχα ηλιοβασιλέματα ή τον μικρό Άγιο Σπυρίδωνα με το σημαιάκι του…
Ναι, μπορείς να το κάνεις αυτό, όταν έχεις διανύσει πάνω από 40 χρόνια στη φωτοειδησεογραφία και παραμένεις αεικίνητος.
Η συνέντευξή μας δεν ξεκίνησε με τον συνηθισμένο τρόπο, διότι μόλις άκουσε ότι μένω στην Καισαριανή, αναφώνησε με τον χαρακτηριστικό του αγγλόφωνο τρόπο “Oh, my God”, καθότι εκεί γεννήθηκε το 1937 και μεγάλωσε με την μητέρα του και τα έξι αδέλφια του, λίγα τετράγωνα “παρακάτω από την Παναγίτσα”. Μέχρι τα 15 του έμεινε στην Καισαριανή. Ο πατέρας είχε φύγει από την ζωή και όλα τα παιδιά τα φρόντιζε η αγαπημένη του μητέρα,
η οποία “θα έπρεπε να πάρει βραβείο, μαζί με την σύζυγό του, για όλα όσα έκαναν για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους”. Το σπίτι εκείνο δεν υπάρχει πια, αλλά ο “Τέλης”, όπως τον φωνάζουν οι άνθρωποι του, συνεχίζει να περνά από κει και να θυμάται, “έχει μείνει δίπλα ένα χαμηλόσπιτο, 30-40 τετραγωνικά και γύρω-γύρω πολυκατοικίες”. Αναπολώντας συνεχίζει: “Με κάλεσαν οι παλαίμαχοι του Εθνικού Αστέρα, παρουσίασα το βιβλίο μου στο Δημαρχείο Καισαριανής…, είδα ανθρώπους που παίζαμε μαζί ποδόσφαιρο… that’s life”.
Απεχθάνεται την έκφραση συνταξιοδοτήθηκε”. Είναι ένας άνθρωπος ο οποίος έχει ζήσει μία υπέρ το δέον γεμάτη ζωή
και απορρίπτει τον χαρακτηρισμό του “συνταξιούχου”. προτιμά να αποκαλεί τον εαυτό του ‘αδειούχο’, ο οποίος βρίσκεται σε άδεια και δεν πρόκειται να σταματήσει, “μέχρι την τελευταία του ώρα”. Σε ηλικία 15 ετών αναχώρησε για την Βραζιλία και την Αμερική και όταν επέστρεψε, με παρότρυνση της μητέρας του, άρχισε να μαθαίνει τα μυστικά της φωτογραφίας δίπλα στον γείτονά του Κλεισθένη Δασκαλάκο. Αυτή ήταν μία καθοριστική στιγμή της ζωής του.
“Τη μια μέρα να καλύπτεις βασιλικούς γάμους, την άλλη ώρα να βρίσκεσαι στην πρώτη γραμμή του μετώπου, την άλλη να τρως χαβιάρι με την αυτοκράτειρα της Περσίας και μετά από λίγες ημέρες να είσαι κλεισμένος σε ένα δωμάτιο στο Ισραήλ και να τρως σαρδέλες, να μην έχεις νερό να πιεις..”, αυτές ήταν οι αντιθέσεις που έκαναν τον Έλληνα φωτορεπόρτερ να ερωτευτεί το επάγγελμά του.
“Εμείς αντί για σημαία και στέφανα, θέλουμε να έχουμε αγκαλιά μία φωτογραφική μηχανή”, συμπληρώνει.
“Αδειούχος” λοιπόν σήμερα, πώς περνούν οι μέρες του Τέλη; “Κάθε είδηση που ακούω, αναρωτιέμαι και λέω στον εαυτό μου ‘τί κάνω εγώ εδώ, έπρεπε να ήμουν εκεί. Δεν είμαστε, εγώ και όλοι μου οι συνάδελφοι, άνθρωποι που θα μπορούσαμε να καθήσουμε σε μία πολυθρόνα από το πρωί μέχρι το βράδυ. Μ’ αρέσει να πάρω την τσάπα μου να φυτέψω 10 μαρούλια και 20 κρεμμύδια στον κήπο μου αλλά ο νους, τα μάτια και η σκέψη μου είναι στην είδηση, η οποία είναι σαν τη βρύση με το τρεχούμενο νερό, εμείς δεν πρόκειται να ησυχάσουμε ποτέ”.
Και βέβαια μπορεί να φυτεύει ζαρζαβατικά στον κήπο του στη Γλυφάδα, αλλά μόλις βρέθηκε στον έβδομο όροφο της Εφημερίδας των Συντακτών, στην οδό Κολοκοτρώνη, εκεί που κάποτε είχε φτιάξει μόνος του τον σκοτεινό του θάλαμο, όταν υπήρχαν εκεί τα γραφεία του πρακτορείου Associated Press, βγαίνοντας στη βεράντα αντίκρυσε μία “καταφωτισμένη Ακρόπολη”.
Αμέσως έπιασε το κινητό του (πλέον) κι έκανε το κλικ.
Και στη νέα τάξη των φωτογραφικών πραγμάτων, όπου “ο καθένας πλέον μπορεί να γίνει ένας εφήμερος φωτορεπόρτερ με το κινητό του, δεν θα μπορούσε να δουλέψει”. “Τόπο στους νέους, αυτή είναι η ροή των πραγμάτων”, απαντά με χαρακτηριστική ζωντάνια, όταν τον ρωτάμε αν θα ήθελε να συνεχίσει να κάνει φωτορεπορτάζ.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον ήταν όταν παραδέχτηκε ότι πολλοί είναι εκείνοι που βρίζουν τους φωτορεπόρτερ και τους αποκαλούν “κοράκια, εμπόρους του πόνου και του θανάτου” αλλά προσθέτει με βεβαιότητα, “είσαι δω για να δουν αυτά τα πράγματα, άνθρωποι που δεν είναι δω”.
Έχει αλλάξει το φωτορεπορτάζ σήμερα; Ο Σαρρηκώστας πιστεύει πως όχι, αλλά τονίζει πως οι συνθήκες έχουν αλλάξει. “Για πολλά χρόνια κουβαλούσα μαζί μου έξι βαλίτσες… όλον τον σκοτεινό θάλαμο, λεκάνες, τανκς, χημικά, χαρτιά, θερμόμετρα, το τρανσίτερ που ζύγισε σχεδόν είκοσι κιλά, μαύρη κουρτίνα για τα παράθυρα του μπάνιου… Έλεγα στη ρεσεψιόν, “θέλω ένα μεγάλο μπάνιο χωρίς παράθυρα” και με κοιτούσαν πονηρά στην αρχή, μετά όμως όταν έβλεπαν πως το είχα μετατρέψει, με φωτογραφίες να κρέμονται από μανταλάκια, καταλάβαιναν”. Ενώ σήμερα ο μεγάλος γιος του ο Πάρης, ο οποίος εργάζεται ως αθλητικός φωτορεπόρτερ, κουβαλά μία μηχανή, ένα λάπτοπ κι ένα κινητό. Αναφέρθηκε και στην αβυσσαλέα ποσότητα των εικόνων που μπορεί να τραβήξει κανείς στη σημερινή ψηφιακή εποχή. “Το 1960, δούλευα στην Ένωση, με έστελναν κάθε Κυριακή στο γήπεδο. Μου έδιναν μία μηχανή Graflex και τρία σασί με δύο πλάκες, είχα δηλαδή για ένα ντέρμπι Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού μόνο έξι φωτογραφίες να τραβήξω! Όμως με αυτή τη μηχανή, τα είχα όλα νετ από το ένα goalpost στο άλλο”. Ενώ ο γιος του σήμερα θα επιστρέψει από έναν αγώνα όπου θα έχει τραβήξει 1500 καρέ…
Καραμανλής-Παπανδρέου Βρισκόμαστε στο 1975, πρωθυπουργός ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και αντιπολίτευση ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ο Παπανδρέου φωνάζει από το βήμα, “Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες” και τον κοιτάζει ο Καραμανλής, με το αγέρωχο του ύφος και λέει, “Άκουσε να σου πω, η Ελλάδα ανήκει στη Δύση”. Κι έδειχνε ο ένας τον άλλον με το δάχτυλο ανασηκωμένο! Αλλά όλα μέσα σε ευγενικά πλαίσια…
Τί γίνεται όμως με τις χιλιάδες φωτογραφίες που τραβά κανείς για ένα μεγάλο πρακτορείο, όσον αφορά και στην ιδιοκτησία αυτών;
Ο Έλληνας φωτορεπόρτερ μας εξηγεί ότι πάντοτε έπρεπε να στέλνει τα “original” στη Νέα Υόρκη, με την αναλογική μέθοδο, έπρεπε πέραν της εκτυπωμένης φωτογραφίας, να στέλνει και το αντίστοιχο αρνητικό. Για πολλά χρόνια, έβλεπε μάλιστα συναδέλφους να πετούν τα υπόλοιπα αρνητικά στο καλάθι των αχρήστων!”
Εγώ έκοβα τα αρνητικά που περίσσευαν και τα κράταγα για τον εαυτό μου, είχα το δικαίωμα να το κάνω”, συνεχίζει λέγοντας, “το κατάλαβα μετά από πολλά χρόνια, στην αρχή έστελνα όλα μου τα αρνητικά”. Καθοριστική ήταν η στιγμή που η υπεύθυνη των εντυπωσιακών αρχείων του ΑΡ, μόλις τον είδε το 1984 στη Νέα Υόρκη, του είπε ενθουσιασμένη, ‘Sarris you are the only one who sends every week, everything!”. Και τότε κατάλαβε ότι ήταν ο μόνος που έστελνε όλα τα αρνητικά του.
Η Brigitte Bardot στη Μύκονο
Ένα βασικό στοιχείο το οποίο συχνά το ξεχνάμε κοιτάζοντας διάφορες εικόνες φωτορεπορτάζ, είναι πως οι φωτοειδησεογράφοι βρίσκονται τόσο κοντά στα γεγονότα και στους πολιτικούς που τα δημιουργούν, σε σημείο που μπορούν να ακούσουν ακόμη και ψιθυριστές τους συζητήσεις. “Τη μια πίνουν μαζί καφεδάκι στη Βουλή και μετά τσακώνονται σαν τα κοκόρια μέσα στην αίθουσα”, διηγείται χαρακτηριστικά ο Σαρρηκώστας.
Αναμφισβήτητα όλοι τον ρωτούν για εκείνο το βράδυ, έξω από το Πολυτεχνείο, και ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας, τα θυμάται όλα σαν να έγιναν μόλις χτες: “Τους φοιτητές να χτυπούν τα γυμνά τους στήθια, μπροστά στους στρατιώτες και να φωνάζουν ‘είμαστε αδέλφια’, κι εκείνοι να κρατούν τα όπλα μπροστά τους… “Ο Στυλιανός Παττακός είχε βγει στα ενημερωτικά μέσα κι έλεγε ότι δεν είχε συμβεί τίποτε, όμως κατά τις 2-3 το μεσημέρι που κυκλοφόρησαν όλες οι ξένες εφημερίδες έχοντας στην πρώτη σελίδα την συγκλονιστική φωτογραφία του τανκ, αποκαλύφθηκε η αλήθεια. “Ναι, έπρεπε να επέμβουμε διότι έπρεπε να τελειώσει αυτή η ιστορία με τα παλιόπαιδα”, θυμάται τα λόγια του Παττακού ο φωτορεπόρτερ.
Ο Pele στην Ακρόπολη
“Η αγωνία μου ήταν, μόλις έστειλα τις πρώτες φωτογραφίες από το γραφείο στην οδό Ακαδημίας 27, να γυρίσω αμέσως πίσω, αυτό έκανα… εκεί είδα μια μεγάλη κηλίδα αίματος, που δεν είχαν προλάβει να καθαρίσουν…”. “Γίνεσαι τα μάτια χιλιάδων εκατομμυρίων ανθρώπων με την φωτογραφία,” τονίζει.
-Δεν φοβόσασταν;
-Τί να φοβηθώ, δεν είχα φοβηθεί σε πολλά άλλα γεγονότα, απάντησε χαμογελώντας.
Σε σχετική ερώτησή μας, απάντησε πως πιστεύει ότι έχει διαμορφώσει την κοινή γνώμη η εικόνα του Πολυτεχνείου, μαζί με το, λίγων δευτερολέπτων, βίντεο του Ολλανδού οπερατέρ Άλμπερτ Κουράντ, σε όσους ακόμη γνωρίζουν και ασχολούνται. Ενδιαφέρον είχε ότι αναφέρθηκε στην απαξίωση του γεγονότος αυτού, σήμερα σε πολλά σχολεία. Είναι γνωστό πως για την συγκεκριμένη φωτογραφία-ντοκουμέντο, βραβεύτηκε, μαζί με τον Κουράντ, από τον Κάρολο Παπούλια, “αυτό το βραβείο το έχω συνεχώς μπροστά μου, έχω λάβει πολλά βραβεία, αλλά αυτό εδώ με συγκινεί περισσότερο απ’όλα”, διηγείται φανερά συγκινημένος.
H Hillary Clinton με την κόρη της Chelsea στους Δελφούς
Δεν είναι διόλου εύκολο να προσεγγίσεις, ως φωτογράφος, τόσες διαφορετικές προσωπικότητες ανθρώπων, ο Σαρρηκώστας πάντα χρησιμοποιούσε την ευγένεια του αλλά, όταν χρειαζόταν, πλησίαζε και με “τσαμπουκά”, γινόταν “αυστηρός κι επιβλητικός”. Διότι πρέπει κανείς να μπορεί να εκτιμά και να “ψυχολογεί” τους φωτογραφιζόμενους. “Θυμάμαι τόσες περιπτώσεις που όλοι οι άλλοι φωτογράφοι ήταν 100 μέτρα μακριά κι εγώ έμπαινα μέσα. Είχα τον τρόπο μου, πήγαινα ντυμένος, κοστουμάτος, είχα μία μικρή pocket μηχανή και σε μία δολοφονία αμερικανού λοχία στη Γλυφάδα, προσπέρασα την κόκκινη γραμμή που θέτει η αστυνομία…”. Η ειρωνία της ιστορίας είναι πως οι δε Έλληνες εμπειρογνώμονες νόμιζαν ότι ήταν φωτογράφος της αμερικανικής πλευράς, ενώ αντίστοιχα οι Αμερικανοί θεώρησαν ότι προερχόταν από την ελληνική.
Και τί θα συμβούλευε στους σημερινούς φοιτητές φωτορεπορτάζ; “Μην περιμένεις να γίνεις πλούσιος από το φωτορεπορτάζ, αλλά θα γίνεις πολύ πλούσιος από γνώσεις, θα μάθεις πράγματα που δεν θα μάθεις σε κανένα Harvard ή Oxford, σε κανένα πανεπιστήμιο. Πρέπει όμως να την αγαπήσεις, να την ερωτευτείς αυτή τη δουλειά”.
“Κάθε φωτογραφία έχει τη δική της ιστορία, ειδικά όταν πρόκειται για ιστορική φωτογραφία”, προσθέτει λίγο πριν ολοκληρώσουμε την συνέντευξή μας. Και ίσως τελικά η πιο σημαντική ιστορία του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα – απ’ όλες τις μεγάλες ιστορίες που αποτύπωσε με τον φακό του – να βρίσκεται στις δύο γυναίκες της ζωής του. “Το έχω πει επανειλλημένως, η σύζυγός μου είναι η πραγματική ηρωίδα. Εκείνη μεγάλωσε τα παιδιά μας, ήταν κοντά τους στις δύσκολες στιγμές, στάθηκε σαν πατέρας και σαν μητέρα. Το αποτέλεσμα είναι τρία εξαιρετικά παιδιά, ο Κώστας ο δημοσιογράφος, ο Πάρης ο φωτορεπόρτερ και ο Χάρης ο τεχνικός ήχου που έχει τώρα δικό του γραφείο, και, και, και… Η σύζυγός μου και η μητέρα μου, η οποία μεγάλωσε μόνη της έξι παιδιά, είναι ηρωίδες, αυτές θα έπρεπε να πάρουν το βραβείο από τον Πρόεδρο, όχι εγώ”…
Σας ευχαριστούμε πολύ…
ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Γεννήθηκε το 1937, στις φτωχογειτονιές της Καισαριανής. Ο πατέρας του πέθανε το 1940 κι έκτοτε η μητέρα του μεγάλωσε ολομόναχη τα έξι παιδιά της. Νέος έζησε στην Βραζιλία και στις ΗΠΑ και από τα εικοσιένα του άρχισε να φωτογραφίζει, μαθητευόμενος δίπλα στον Κλεισθένη Δασκαλάκο. Πολύ σύντομα έγινε φωτορεπόρτερ του Associated Press. Μέσα σε τέσσερις δεκαετίες κάλυψε ορισμένα από τα σημαντικότερα πολιτικά γεγονότα του κόσμου. Σήμερα ζει στην Γλυφάδα, μαζί με την αγαπημένη του σύζυγο.