Η πρώτη φωτογραφία, τραβήχτηκε πιθανότατα το 1825, από τον γάλλο εφευρέτη Joseph Niepce και απεικόνιζε την εξωτερική θέα από το παράθυρό του. Μιας και η έκθεση αυτής της φωτογραφίας (ηλιογραφίας) κράτησε οκτώ ολόκληρες ώρες αντιλαμβανόμαστε γιατί οι πρώτες φωτογραφίες απεικόνιζαν στατικά αντικείμενα και όχι ανθρώπους. Θα χρειαστεί να περάσουν ακόμα αρκετά χρόνια μέχρι το 1839 για να έχουμε άνθρωπο μέσα στο καρέ με τη συνδρομή του Daguerre και της εφεύρεσης του, της δαγγεροτυπίας.Έτσι η πρώτη φωτογραφία που περιλαμβάνει άνθρωπο έγινε από τον Luis Daguerre στην Boulevard du Temple. Η έκθεση κράτησε για δέκα λεπτά και καταγράφηκε ένας άνθρωπος που κάθισε να γυαλίσει τα παπούτσια του στην κεντρική Λεωφόρο. Φυσικά δεν ήταν πορτραίτο, παρά μόνο ιστορικά η πρώτη ανθρώπινη παρουσία σε φωτογραφία. Με την πολύχρονη προσπάθεια του Daguerre αλλά και άλλων πρωτοπόρων δαγγεροτυπιστών της περιόδου να βελτιώσουν την τεχνολογία της φωτογραφίας, η δαγγεροτυπία γίνεται ο δημοφιλέ-στερος τρόπος για τη λήψη πορτραίτων και συνάμα η πρώτη επιτυχής εμπορική εκμετάλλευση της φωτογραφίας. Η δαγγεροτυπία άνοιξε μια πάρα πολύ μεγάλη αγορά για το πορτραίτο – ιδίως στην Αμερική. Υπολογίζεται ότι μέχρι το 1853 είχαν παραχθεί συνολικά τρία εκατομμύρια δαγγεροτυπίες μόνο στις ΗΠΑ.
Σχεδόν όλοι είχαν την δυνατότητα να αποκτήσουν ένα ατομικό ή οικογενειακό πορτραίτο, εκδημοκρατίζοντας έτσι ένα προνόμιο που προηγουμένως ανήκε μόνον στην ανώτερη τάξη. Πρόσφατα ήρθε και πάλι στο φως το αυτοπορτραίτο του χημικού, μεταλλουργού και πρωτοπόρου της φωτογραφίας, Robert Cornelius. Πρόκειται για το πρώτο αυτοπορτραίτο και για ένα από τα πρώτα πορτραίτα που τραβήχτηκαν ποτέ και μάλιστα με τεχνική πιο εξελιγμένη από την δαγγεροτυπία. Η λήψη έγινε στα τέλη του 1839 και απεικονίζει τον Cornelius που φαίνεται πως έχει τρέξει να μπει στο κάδρο μιας και εμφανίζεται στο άκρο του καρέ. Ο Cornelius παρόλα αυτά δεν έφτασε ποτέ τη φήμη του Daguerre και του Niepce. Αυτονόητα, δεν έλειψε ο ανταγωνισμός στη δαγγεροτυπία. Σύντομα ήλθαν στο προσκήνιο και άλλες εφευρέσεις όπως η καλοτυπία του William Henry Fox Talbot (που μόλις εξελίχθηκε κατάφερε να επικρατήσει περιθωριοποιώντας τη δαγγεροτυπία). Και οι δύο πρώτες τεχνικές παρουσίαζαν σημαντικές ελλείψεις. Η δαγγεροτυπία δεν επέτρεπε την αναπαραγωγή της εικόνας σε πολλά αντίτυπα, αφού δεν διέθετε αρνητικό ενώ η καλοτυπία υστερούσε σε ευκρίνεια. Έτσι μετά από μερικά χρόνια δοκιμών και την εφεύρεση της τεχνικής του κολλοδίου ακολούθησαν δύο παραλλαγές, οι οποίες έγιναν πολύ δημοφιλείς λόγω χαμηλού κόστους και όχι χάρη στην τεχνική τους υπεροχή: η αμβροτυπία και η τσιγκοτυπία. Η αμβροτυπία ήταν η χρήση ενός αρνητικού σε γυαλί, όπως αυτό που τραβούσαν κανονικά, το οποίο όμως ήταν υποφωτισμένο, για να δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση θετικής εικόνας πάνω του. Η τσιγκοτυπία ήταν μια τεχνική ακόμη πιο φθηνή, μιας και χρησιμοποιούσε ευτελές μέταλλο (ψευδάργυρο) αντί για γυαλί σαν υπόστρωμα για τη αποτύπωση της εικόνας. Ακολούθησαν δεκαετίες πειραματισμών, με επιτυχίες και αποτυχίες, μέχρι το 1888, όταν ο George Eastman κυκλοφόρησε την Kodak με το σλόγκαν “You press the button, we do the rest” και απλοποίησε θεαματικά τη φωτογραφική διαδικασία.
Το 1901 ήταν η χρονιά της Kodak Βοχ Brownie, της πρώτης φωτογραφικής μηχανής μαζικής παραγωγής που είχε τεράστια απήχηση στην μεσαία τάξη. Αισθητικά το πορτραίτο άντλησε τα πρώτα του δάνεια από την ζωγραφική αλλά πολύ σύντομα έσπασε τα δεσμά του, αναπτύχθηκε και μετατράπηκε ίσως στο πιο δημοφιλές είδος φωτογραφίας, σε ένα χώρο δημιουργικού πειραματισμού και σε πεδίο δόξας μοναδικών καλλιτεχνών. Στις επόμενες σελίδες θα δούμε μερικούς από τους φωτογράφους που καθόρισαν τη φωτογραφία πορτραίτου.
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΑ STUDIO
Στα μέσα του 19ου αιώνα η έννοαι του τεχνητού φωτισμού ήταν άγνωστη όπως και το ηλεκτρικό ρεύμα. Οι φωτογράφοι φώτιζαν τα πορτραίτα ρυθμίζοντας ανάλογα το φως της ημέρας με κουρτίνες, καθρέπτες και λευκά πανιά. Σύμφωνα με την επικρατούσα τότε αντίληψη, θα έπρεπε το πορτραίτο να φωτίζεται ομοιόμορφα χωρίς δηλαδή έντονες φωτοσκιάσεις. Την υπέρβαση αυτής της αντίληψης έκανε ο γάλλος Νadar κατακτώντας λαμπρή θέση στην ιστορία της φωτογραφίας. Στο διάβα του χρόνου (1860 – 1890) το λιτό φόντο – που ήταν συνήθως ένας άσπρος τοίχος – αντικαταστάθηκε από ζωγραφισμένες αναπαραστάσεις αστικού και φυσικού τοπίου. Η λιτότητα στο decor επανήλθε τον 20ο αιώνα.