Κατά την πρώτη δεκαπενταετία του 20ού αιώνα στην Ελλάδα η αισθητική εξέλιξη στο πορτραίτο αλλά στη φωτογραφία και την τέχνη γενικότερα, παραμένει στατική. Ενώ τα παραγόμενα έργα παραπέμπουν σε συντηρητικές απόψεις των παρελθόντων χρόνων, παρουσιάζονται μόνο θεωρητικές πραγματείες για τα νέα ρεύματα και κινήματα που βρίσκονται σε εξέλιξη στο εξωτερικό. Σαν μια βασική αιτία μπορεί να θεωρηθεί η μεγάλη ήττα που υπέστη η Ελλάδα κατά τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.
ΤΟΥ ΑΛΚΗ Ξ. ΞΑΝΘΑΚΗ
Το φωτογραφικό πορτραίτο απόκτησε μεγάλη δυναμική μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, με την άφιξη στην Ελλάδα των προσφύγων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν ερασιτέχνες και πολλοί καταξιωμένοι επαγγελματίες φωτογράφοι.
Η Nelly’s και ο Νίκος Ζωγράφος αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα προσφύγων της Ιωνίας, που ήρθαν τότε για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Η πρώτη γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Αϊδίνι, αλλά σπούδασε στη Δρέσδη. Είναι σημαντική η επιρροή που ασκήθηκε στο έργο της από τους δύο δασκάλους της. Ο ένας, ο Hugo Erfurth, υπήρξε διάσημος «κλασσικός» πορτραιτίστας και ταυτόχρονα ο φωτογράφος που πειραματιζόταν και εφάρμοζε νεότερες τεχνικές, για την εποχή του, όπως η βρωμοελαιοτυπία (gum drucκ) και η ανθρακοτυπία. Ο άλλος, ο Franz Fiedler, εκπροσωπούσε τις πιο μοντέρνες προσεγγίσεις στο φωτισμό και τη σύνθεση στα πορτραίτα, τα τοπία και τα γυμνά. Η Nelly’s σεβόταν την ιδιαιτερότητα του κάθε φωτογραφούμενου. Γι’ αυτό και τα πορτραίτα της – πολλά τον αριθμό – στην Ελλάδα και την Αμερική, διαθέτουν μια απλότητα, μια ανθρωπιά και μιαν αλήθεια που τα κάνουν μοναδικά. Οι τίντες, οι χρωστικές και οι τεχνικές που χρησιμοποιούσε συμβάλλουν προς την κατεύθυνση αυτή και τους δίνουν, ιδιαίτερα αυτών που έγιναν στην Ελλάδα,
ένα εξπρεσιονιστικό ύφος.
Μεγάλη σημασία σε αυτό είχε και η ικανότητά της να προσεγγίζει τα μοντέλα της, να τα χαλαρώνει και να βρίσκει τους κατάλληλους φωτισμούς και τις σωστές γωνίες λήψης. Ο Νίκος Ζωγράφος είναι και αυτός από την Σμύρνη. Διέθετε εκεί φωτογραφείο το οποίο εγκατέλειψε μετά την Καταστροφή. Στην Αθήνα άρχισε να εργάζεται μετά το 1922. Η ποιοτική δουλειά του στο πορτραίτο θα διαρκέσει μέχρι το 1935, περίπου. Χρησιμοποιούσε τολμηρούς φωτισμούς και γωνίες λήψης, ήταν λιγότερο συναισθηματικός και περισσότερο μοντερνιστής.
Τα στοιχεία αυτά τον κάνουν να διαφέρει αρκετά από την προσέγγιση της Nelly’s.
Τον Γεώργιο Μπούκα τον έχω αποκαλέσει «Hugo Erfurth της Ελλάδας». Ίσως είναι ο μόνος Έλληνας φωτογράφος που εργάστηκε αποκλειστικά και μόνο στο πορτραίτο, στο χώρο του στούντιο, την περίοδο του Μεσοπολέμου. Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη και σπούδασε φωτογραφία και ζωγραφική στο Λονδίνο. Εκεί άνοιξε δικό του ατελιέ και είχε λαμπρή σταδιοδρομία σαν πορτραιτίστας φωτογράφος.
Στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε το 1916. Τα πορτραίτα του Μπούκα είναι λιτά, λίγο αυστηρά και άψογα φωτισμένα. Σ’ αυτά μπορεί εύκολα να διακρίνει κανείς τη χαρισματική ματιά του φωτογράφου που ξέρει πότε να αποτυπώσει την «αποφασιστική στιγμή» στην έκφραση του μοντέλου του. Το ίδιο εκφραστικά είναι και τα παιδικά πορτραίτα του. Με αφορμή μίαν έκθεση του, το 1930, ο Παύλος Νιρβάνας έγραψε ένα αισθητικό δοκίμιο για το γνωστό πορτραιτίστα, τον οποίο παρακολούθησε σε μία φωτογράφηση ενός μικρού παιδιού: «[…] Ο καλλιτέχνης το κατασκοπεύει. Έξαφνα ένα κρακ της μηχανής και η πλέον χαριτωμένη πόζα του μικρού έχει δεσμευθεί από τον φακόν. Ο Μουρίλλο δεν εζωγράφιζε διαφορετικά τα μικρά παιδάκια του δρόμου […] ». Την ίδια περίοδο «μεγάλα» ονόματα ήταν ακόμα ο Ιωάννης Γεωργαλάς, από τη Χάλκη των Πριγκιποννήσων, ο Ευάγγελος Ευαγγελίδης, ο Μιχαήλ Α. Καλιαμπέτσος, ο Γεώργιος Καρδιακίδης από τον Τσεσμέ της Μικράς Ασίας, ο Ευστάθιος Μ. Μπούκας, ο Ιωάννης Ξανθάκης (απλή συνωνυμία με τον γράφοντα), ο Θεόδωρος Νικολέρης, στη Δράμα και τη Θεσσαλονίκη και αργότερα ο γιος του Θωμάς στην Αθήνα ο Αλέξάνδρος Παναγιώτου στην Αλεξανδρούπολη και αρκετοί άλλοι.
Πολλοί από αυτούς ήταν και καλοί ζωγράφοι και γι’ αυτό συχνά επιχρωμάτιζαν με ξηρά παστέλ τα πορτραίτα που δημιουργούσαν. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει και στον πορτραιτίστα Ευάγγελο Ευαγγελίδη ο οποίος ασχολήθηκε αποκλειστικά και μόνο με αυτό το είδος φωτογραφίας. Στα χρόνια που ακολούθησαν – διδακτορία Μεταξά, πόλεμος, κατοχή και εμφύλιος – το καλλιτεχνικό πορτραίτο δεν θα εξελιχθεί αισθητικά, άσχετα αν ο αριθμός των παραγόμενων φωτογραφικών πορτραίτων αυξήθηκε κατακόρυφα.Στη δεκαετία του 1950 και του 1960 θα κυριαρχήσει ο Δήμος Πατρίδης. Σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών και διετέλεσε μαθητής του Παρθένη. Με τη φωτογραφία ασχολήθηκε λίγο πριν από τον πόλεμο για λόγους βιοποριστικούς. Άμεσος, ρεαλιστικός και απρόβλεπτος στη προσέγγισή του ο Πατρίδης σύντομα έγινε το όνομα της «μόδας» τα χρόνια εκείνα. Και ήταν βέβαια κάτι που το άξιζε. Εστεμμένοι, πολιτικοί, ηθοποιοί και καλλιτέχνες παρέλασαν μέσα από το… σαλόνι του μικρού τριώροφου διαμερίσματός του, που χρησιμοποιούσε για στούντιο και εργαστήριο.
«Όνομα» στο πορτραίτο είχε δημιουργήσει και ο Χρήστος Τσέλιος, σε όλες τις κατηγορίες πορτραίτων. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο 1960-1980 το όνομα
«Χ. Τσέλιος» ήταν συνδεδεμένο άμεσα με το ποιοτικό πορτραίτο. Υπάρχουν όμως και άλλοι αξιόλογοι πορτραιτίστες όπως ο Αναστάσιος Κουτσούκος, μαθητής του Ιωάννη Ξανθάκη, γνωστός και ως “Φωτο Elite” που ασχολήθηκε κυρίως με ηθοποιούς του θεάτρου και του κινηματογράφου. Σε συνέντευξη είχε πει: “Κάθε φορά που καλούμαι να φωτογραφίσω κάποιον καλούμαι να βγάλω προς τα έξω ότι νιώθει μέσα του. Γι’ αυτό και η διάθεση παίζει σημαντικό ρόλο […]. Η φωτογραφία εξαρτάται από το πόσο άνετα θα νιώσει ο πελάτης απέναντι στο φακό”. Μεταξύ αυτών που εργάστηκαν με επιτυχία τις τελευταίες δεκαετίες είναι οι αδελφοί Ντίνος και Τάκης Διαμαντόπουλος. Με ματιά τολμηρή – πολλές φορές σουρεαλιστική, κατέγραψαν, ο καθένας με το δικό του ξεχωριστό τρόπο, τα πρόσωπα των σύγχρονων Ελλήνων, απ’ όποιο κοινωνικό χώρο και αν προέρχονταν.
Μετά τη δεκαετία του 1970 το επαγγελματικό φωτογραφικό πορτραίτο άρχισε σταδιακά να παρακμάζει, για να φτάσει σήμερα στην πλήρη σχεδόν απαξίωσή του. Πρόκειται για φαινόμενο καθαρά “ελληνικό”. Τα αίτια θα πρέπει να αποδοθούν, πρώτα στην εξάπλωση της ερασιτεχνικής φωτογραφίας – όπου ο φωτογράφος θεωρεί τον εαυτό του ικανότερο από τον επαγγελματία – και δεύτερο στο ότι οι νεότεροι φωτογράφοι δεν είχαν κάτι σύγχρονο και δημιουργικό να προτείνουν στον τομέα του φωτογραφικού πορτραίτου.